Γράφει ο Δρ. Διονύσιος Βενιεράτος*
Απόσπασμα από την ομιλία «αναφοράς» του κ. Α. Τσίπρα στη Θεσσαλονίκη [1]:
«… ο μόνος ρεαλιστικός δρόμος για την έξοδο από την κρίση είναι ο προοδευτικός δρόμος.
Με αλληλεγγύη και κοινωνική δικαιοσύνη.
Όχι με λιτότητα και εξοντωτικά για τις κοινωνίες προγράμματα…»
Επειδή ο όρος «προοδευτικός» χρησιμοποιείται ένθεν κακείθεν και «ελαφρά τη καρδία», καλό είναι να κάνουμε μερικές διευκρινιστικές σκέψεις:
(Α) «Επιστημονική πρόοδος». Νομίζω ότι εδώ δεν χρειάζονται και πολλές διευκρινίσεις. Έχουμε ξεφύγει οριστικά από τις μεσαιωνικές αντιλήψεις και πλέον (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων) η επιστημονική πρόοδος είναι επιθυμητή από κάθε κοινωνία και επιδιώκεται με διαφόρους τρόπους, περισσότερο ή λιγότερο αποτελεσματικούς.
Φαίνεται ότι πιο αποτελεσματικός είναι ο τρόπος που επιτρέπει σε όσο γίνεται περισσότερους να διεξάγουν την επιστημονική έρευνα της αρεσκείας τους και, αν δεν είναι δυνατόν να χρηματοδοτούνται όλοι γι’ αυτήν, τουλάχιστον να μην εμποδίζονται με νομικά ή οικονομικά τεχνάσματα. Ένα φιλελεύθερο πολίτευμα εξασφαλίζει καταρχήν τις περισσότερες προϋποθέσεις για επιστημονική πρόοδο. Ωστόσο μια minimum κρατική χρηματοδότηση για βασική (δηλαδή χωρίς άμεσο οικονομικό αντίκρυσμα) έρευνα φαίνεται απαραίτητη, αλλά πάντα με «φιλελεύθερο» (χωρίς δεσμεύσεις ή διακρίσεις) πνεύμα.
Τέλος οφείλουμε να υπενθυμίσουμε ότι η επιστημονική πρόοδος είναι εκείνη που μπορεί να εξασφαλίσει μεγαλύτερο επίπεδο ευημερίας με ποσοτικά λιγότερες ώρες και καλύτερες συνθήκες εργασίας.
(Β) «Κοινωνική πρόοδος». Ο όρος είναι γενικά ασαφής και ερμηνεύεται «κατά το δοκούν» με γνώμονα ότι «η πρόοδος είναι γενικά …καλό πράγμα και η συντήρηση κακό…». Καλό λοιπόν είναι να το αναλύσουμε.
Έχουμε (ιστορικά και παγκοσμίως) την εξέλιξη των κοινωνικών θεσμών προς μεγαλύτερη αντιπροσωπευτικότητα των πολιτών στις πολιτικές αποφάσεις που τους αφορούν και αυτό γίνεται με ελευθερία λόγου, σεβασμό στα ατομικά δικαιώματα γενικώς και αδιάβλητες καθολικές ψηφοφορίες. Θα μπορούσε λοιπόν να ισχυρισθεί κανείς ότι ιστορικά η κοινωνική «πρόοδος» ταυτίζεται με περισσότερη Δημοκρατία.
Στον αγώνα για περισσότερη δημοκρατία, πρωτοστατούσαν κυρίως οι φιλελεύθεροι, χωρίς να αμφισβητούμε και τη συμβολή των σοσιαλιστών.
Οι δεύτεροι έχουν ωστόσο υπέρ τους το λογικό επιχείρημα ότι δεν γίνεται να λειτουργήσει η δημοκρατία όταν υπάρχει εσχάτη οικονομική ένδεια σε κάποιες μερίδες πληθυσμού. Στην καλύτερη περίπτωση αυτοί θα αδιαφορούν γι’ αυτήν, έχοντας να αντιμετωπίσουν επείγοντα προβλήματα επιβίωσης. Στην χειρότερη, θα εκβιάζονται από κάποιους ισχυρούς και θα γίνονται υποχείριά τους για να παίζουν το παιχνίδι τους.
Ο σοσιαλισμός ωστόσο έχει εξ ορισμού κάποιο ελάττωμα, που θα μπορούσε να θεωρηθεί εμπόδιο στην ατομική ελευθερία και συνακόλουθα στη δημοκρατία. Δεν επιτρέπει (στην αυστηρή του μορφή) ιδιωτικές επιχειρήσεις, καθόσον τα «μέσα παραγωγής» «πρέπει» να είναι δημόσια. Το χειρότερο όμως μειονέκτημα του σοσιαλισμού προκύπτει από την ιστορική εμπειρία. Παντού όπου εφαρμόσθηκε (γνήσιος και ακραιφνής), συνδυάσθηκε με ολοκληρωτικά καθεστώτα και μηδενική δημοκρατία, άρα και «κοινωνική πρόοδο». Ακόμα και τα πλέον «ανάλγητα» νεοφιλελεύθερα συστήματα (που δεν παρέχουν επαρκή προστασία στους αδυνάτους) είναι πολύ λιγότερο ανάλγητα από τα «σοσιαλιστικά», που υπήρξαν ιδιαίτερα ανάλγητα στους πολιτικούς τους αντιπάλους.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό της «κοινωνικής προόδου» είναι η (διαχρονικά και παγκοσμίως βελτιούμενη) εξασφάλιση του ελάχιστου επιπέδου «αξιοπρεπούς διαβίωσης» για όλους τους πολίτες.
Ως αξιοπρεπή διαβίωση θα ορίζαμε αυτή που εξασφαλίζει στέγη, τροφή, ενδυμασία, ασφάλεια, παιδεία, ιατρική περίθαλψη και δυνατότητα (ή ελπίδα ή ευκαιρίες) βελτίωσης.
Ως προς αυτήν, τα σοσιαλιστικά καθεστώτα, ακόμη και τα ακραιφνή, έχουν να επιδείξουν καλύτερες επιδόσεις από τα ακραία «νεοφιλελεύθερα» (με τη σύγχρονη εκδοχή του όρου, δηλαδή τύπου Ρήγκαν ή Θάτσερ) οικονομικά συστήματα.
Με βάση τις παραπάνω σκέψεις και διαπιστώσεις συμπεραίνει κανείς ότι, ως προς την έννοια της «προόδου» τα μόνα πολιτικο-οικονομικά συστήματα που «επιβιώνουν» ως δυνάμει «προοδευτικά» είναι η Σοσιαλδημοκρατία και ο Κοινωνικός Φιλελευθερισμός.
Στη Σοσιαλδημοκρατία, έχουμε ευρεία συμμετοχή του κράτους σε οικονομικές πρωτοβουλίες, με παράλληλη ανοχή (ή και ενθάρρυνση) σε ιδιωτικές οικονομικές πρωτοβουλίες με αυστηρό κρατικό έλεγχο και συνήθως βαριά φορολογία. Η κοινωνική μέριμνα για τους ασθενέστερους και η εξασφάλιση του ελάχιστου επιπέδου αξιοπρεπούς διαβίωσης, θεωρείται μείζων προτεραιότης του συστήματος, το οποίο υποτίθεται ότι επιδιώκει τη μεγαλύτερη δυνατή εξίσωση των εισοδημάτων και των απολαυών.
Στην περίπτωση του Κοινωνικού Φιλελευθερισμού, έχουμε την ελάχιστη δυνατή συμμετοχή του κράτους σε οικονομικές πρωτοβουλίες, με τη μέγιστη δυνατή ενθάρρυνση σε ιδιωτικές οικονομικές πρωτοβουλίες, πάντοτε όμως με αυστηρό κρατικό έλεγχο, ως προς την εφαρμογή των νόμων και του θεσμικού πλαισίου, που καθορίζουν τους «κανόνες του παιχνιδιού». Η ιδέα εδώ είναι ότι όσο περισσότερο εφαρμόζονται και τηρούνται οι κανόνες αυτοί, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η απρόσκοπτη συμμετοχή όσο γίνεται περισσοτέρων στις οικονομικές πρωτοβουλίες. Η φορολογία εδώ είναι σαφώς μικρότερη και η εξασφάλιση του ελάχιστου επιπέδου αξιοπρεπούς διαβίωσης θεωρείται επίσης προτεραιότης, αλλά με άλλο κριτήριο: Δεν επιδιώκεται εδώ η εξίσωση, αλλά η παροχή σε όλους ευκαιριών (όσο γίνεται πιο «ίσων») να γίνουν κοινωνικά και οικονομικά δημιουργικοί, αξιοποιώντας τα όποια ταλέντα και τις ικανότητές τους.
Υπενθυμίζω ότι ο Ευρωπαϊκός Κοινωνικός Φιλελευθερισμός, όπως τον εκφράζει κατά τον πλέον έγκυρο τρόπο ο ηγέτης του Guy Verhofstadt είναι η μόνη ευρωπαϊκή δύναμη που έχει τοποθετηθεί με απόλυτη σαφήνεια και πειστικά επιχειρήματα ενάντια «στη λιτότητα και τα εξοντωτικά για τις κοινωνίες προγράμματα». (Όπως επισημαίνει και ο κ. Τσίπρας).
Το ποιο από τα δύο συστήματα είναι τελικά «προοδευτικότερο» εκφεύγει του παρόντος και οπωσδήποτε κρίνεται στην πράξη, λαμβανομένων πάντοτε υπόψιν του επιπέδου κοινωνικής συνείδησης και της ιδιοσυγκρασίας των πολιτών, στις κοινωνίες των οποίων εφαρμόζονται.
Αφού λοιπόν «σκιαγραφήσαμε» την Πρόοδο, ας αναφερθούμε και λίγο στη «Συντήρηση»:
Η συντήρηση λοιπόν δεν είναι κατανάγκην «κακό πράγμα». Αν κάποια κοινωνία, μέσα από διαδικασίες «προόδου» έχει περιέλθει σε ένα ικανοποιητικό επίπεδο, είναι καταρχήν λογικό να θέλει να το «συντηρήσει» και να είναι επιφυλακτική σε περαιτέρω «πρόοδο», που θα έθετε σε κίνδυνο όσα έχει επιτύχει. Η πιο σοβαρή αντίρρηση σε μια τέτοια στάση της κοινωνίας είναι ότι ο κόσμος αλλάζει και «παγκοσμιοποιείται» με ταχείς ρυθμούς με συνεχή προσθήκη νέων δεδομένων και «παραμέτρων», τα οποία απαιτούν αναθεωρήσεις και προσαρμογές. Έτσι λοιπόν η «συντήρηση» καθίσταται μοιραίως «κακή» όταν παρουσιάζει αγκυλώσεις και δυσκαμψία, την ώρα που οι εξελίξεις «τρέχουν». Θεωρητικά μπορεί να καταστεί επικίνδυνη έως καταστρεπτική, δηλαδή να οδηγήσει στο άκρο αντίθετο της «συντήρησης».
Ας επανέλθουμε τελικά στον κ. Τσίπρα, αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτός φαίνεται ότι θεωρούσε «πρόοδο» τις «κοινωνικές κατακτήσεις», που είχαν επιτευχθεί πριν από την κρίση, χωρίς όμως να λαμβάνει υπόψη του ότι αυτές δεν είχαν το ανάλογο οικονομικό υπόστρωμα, δηλαδή την παραγωγή πρωτογενούς πλούτου, αλλά είχαν επέλθει με το συνδυασμό μειωμένης έντασης εργασίας, μικρότερης παραγωγής και κάλυψης της διαφοράς με δανεικά. Εμφανίζεται έτσι ως προοδευτικός, ενώ στην πραγματικότητα είναι περισσότερο συντηρητικός όταν επιδιώκει την επιστροφή σε μια κατάσταση που δεν ήταν ούτε καλή ούτε βιώσιμη.
Αν διαβάσει κανείς όλη την ομιλία του δεν θα βρει κάποια εμπεριστατωμένη κριτική για το τι έφταιξε. Λες και τα δεινά της χώρας μας έχουν έρθει «εξ ουρανού» ή «απ’ έξω», χωρίς να επισημαίνεται η ευθύνη τόσο του δικού μας πολιτικού προσωπικού (στο οποίο μετείχε και ο ίδιος, [2]), όσο και των συνδικάτων (εκεί κι αν μετείχε!). Αν δεν κάνεις όμως κριτική στα λάθη, δεν προκύπτει και κάποια αξιόπιστη πρόταση για αλλαγές, δηλαδή για «πρόοδο».
Το να κάνεις κάποιες προτάσεις (καθόσον πράγματι κάνει [1]) που δεν βασίζονται σε πραγματικά δεδομένα, δηλαδή σε γνωστά και πανθομολογούμενα «κακώς κείμενα», δεν θεωρείται «προοδευτική» στάση, αλλά μάλλον ανευθυνότητα και λαϊκισμός.
Κατά συνέπεια, ο κ. Τσίπρας ΔΕΝ είναι προοδευτικός.
Ούτε όμως σοβαρός συντηρητικός μπορεί να θεωρηθεί, τη στιγμή που επιδιώκει επιστροφή σε κάτι που ΔΕΝ ήταν καλό.
Υ.Γ.1. Στο εύλογο ερώτημα «τι είναι τελικά ο κ. Τσίπρας και το κόμμα του;» η προσωπική μου ευπρέπεια και η σοβαρότητα του φιλοξενούντος ιστοτόπου, δεν μου επιτρέπουν να απαντήσω όπως θα επιθυμούσα. Ας αρκεσθούμε στο «επιπόλαιος λαϊκιστής». Έλα όμως που… είναι πιθανό να μας κυβερνήσει κιόλας!
Υ.Γ.2. «Εν τη ρύμη του λόγου», ξέχασα να απαντήσω (προσωπικά) στο ερώτημα του τίτλου:
Προσωπικά, προτιμώ την πρόοδο.
Και για το λόγο αυτό, ΔΕΝ θα προτιμήσω τον κ. Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ.
Αναφορές:
[1] Η ομιλία του κ. Τσίπρα στη Θεσσαλονίκη
avgi.gr/article/4009465/to-programmatiko-sumbolaio-tou-suriza-i-omilia-tou-alexi-tsipra-sti-deth-video-
[2] Περί των ευθυνών όσων «δεν κυβέρνησαν»
marketnews.gr/article/17472/oi_athwes_peristeres_aristeroi
* Δρ. Διονύσιος Βενιεράτος
Αναπληρωτής Καθηγητής Ιατρικής Πανεπιστημίου Αθηνών και μέλος/υποψήφιος του Κόμματος-Κινήματος Πολιτών δημιουργία, ξανά!
<-- Κάνοντας Like στη σελίδα μας στο Facebook ενημερώνεστε άμεσα για τα νέα άρθρα
Απόσπασμα από την ομιλία «αναφοράς» του κ. Α. Τσίπρα στη Θεσσαλονίκη [1]:
«… ο μόνος ρεαλιστικός δρόμος για την έξοδο από την κρίση είναι ο προοδευτικός δρόμος.
Με αλληλεγγύη και κοινωνική δικαιοσύνη.
Όχι με λιτότητα και εξοντωτικά για τις κοινωνίες προγράμματα…»
Επειδή ο όρος «προοδευτικός» χρησιμοποιείται ένθεν κακείθεν και «ελαφρά τη καρδία», καλό είναι να κάνουμε μερικές διευκρινιστικές σκέψεις:
(Α) «Επιστημονική πρόοδος». Νομίζω ότι εδώ δεν χρειάζονται και πολλές διευκρινίσεις. Έχουμε ξεφύγει οριστικά από τις μεσαιωνικές αντιλήψεις και πλέον (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων) η επιστημονική πρόοδος είναι επιθυμητή από κάθε κοινωνία και επιδιώκεται με διαφόρους τρόπους, περισσότερο ή λιγότερο αποτελεσματικούς.
Φαίνεται ότι πιο αποτελεσματικός είναι ο τρόπος που επιτρέπει σε όσο γίνεται περισσότερους να διεξάγουν την επιστημονική έρευνα της αρεσκείας τους και, αν δεν είναι δυνατόν να χρηματοδοτούνται όλοι γι’ αυτήν, τουλάχιστον να μην εμποδίζονται με νομικά ή οικονομικά τεχνάσματα. Ένα φιλελεύθερο πολίτευμα εξασφαλίζει καταρχήν τις περισσότερες προϋποθέσεις για επιστημονική πρόοδο. Ωστόσο μια minimum κρατική χρηματοδότηση για βασική (δηλαδή χωρίς άμεσο οικονομικό αντίκρυσμα) έρευνα φαίνεται απαραίτητη, αλλά πάντα με «φιλελεύθερο» (χωρίς δεσμεύσεις ή διακρίσεις) πνεύμα.
Τέλος οφείλουμε να υπενθυμίσουμε ότι η επιστημονική πρόοδος είναι εκείνη που μπορεί να εξασφαλίσει μεγαλύτερο επίπεδο ευημερίας με ποσοτικά λιγότερες ώρες και καλύτερες συνθήκες εργασίας.
(Β) «Κοινωνική πρόοδος». Ο όρος είναι γενικά ασαφής και ερμηνεύεται «κατά το δοκούν» με γνώμονα ότι «η πρόοδος είναι γενικά …καλό πράγμα και η συντήρηση κακό…». Καλό λοιπόν είναι να το αναλύσουμε.
Έχουμε (ιστορικά και παγκοσμίως) την εξέλιξη των κοινωνικών θεσμών προς μεγαλύτερη αντιπροσωπευτικότητα των πολιτών στις πολιτικές αποφάσεις που τους αφορούν και αυτό γίνεται με ελευθερία λόγου, σεβασμό στα ατομικά δικαιώματα γενικώς και αδιάβλητες καθολικές ψηφοφορίες. Θα μπορούσε λοιπόν να ισχυρισθεί κανείς ότι ιστορικά η κοινωνική «πρόοδος» ταυτίζεται με περισσότερη Δημοκρατία.
Στον αγώνα για περισσότερη δημοκρατία, πρωτοστατούσαν κυρίως οι φιλελεύθεροι, χωρίς να αμφισβητούμε και τη συμβολή των σοσιαλιστών.
Οι δεύτεροι έχουν ωστόσο υπέρ τους το λογικό επιχείρημα ότι δεν γίνεται να λειτουργήσει η δημοκρατία όταν υπάρχει εσχάτη οικονομική ένδεια σε κάποιες μερίδες πληθυσμού. Στην καλύτερη περίπτωση αυτοί θα αδιαφορούν γι’ αυτήν, έχοντας να αντιμετωπίσουν επείγοντα προβλήματα επιβίωσης. Στην χειρότερη, θα εκβιάζονται από κάποιους ισχυρούς και θα γίνονται υποχείριά τους για να παίζουν το παιχνίδι τους.
Ο σοσιαλισμός ωστόσο έχει εξ ορισμού κάποιο ελάττωμα, που θα μπορούσε να θεωρηθεί εμπόδιο στην ατομική ελευθερία και συνακόλουθα στη δημοκρατία. Δεν επιτρέπει (στην αυστηρή του μορφή) ιδιωτικές επιχειρήσεις, καθόσον τα «μέσα παραγωγής» «πρέπει» να είναι δημόσια. Το χειρότερο όμως μειονέκτημα του σοσιαλισμού προκύπτει από την ιστορική εμπειρία. Παντού όπου εφαρμόσθηκε (γνήσιος και ακραιφνής), συνδυάσθηκε με ολοκληρωτικά καθεστώτα και μηδενική δημοκρατία, άρα και «κοινωνική πρόοδο». Ακόμα και τα πλέον «ανάλγητα» νεοφιλελεύθερα συστήματα (που δεν παρέχουν επαρκή προστασία στους αδυνάτους) είναι πολύ λιγότερο ανάλγητα από τα «σοσιαλιστικά», που υπήρξαν ιδιαίτερα ανάλγητα στους πολιτικούς τους αντιπάλους.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό της «κοινωνικής προόδου» είναι η (διαχρονικά και παγκοσμίως βελτιούμενη) εξασφάλιση του ελάχιστου επιπέδου «αξιοπρεπούς διαβίωσης» για όλους τους πολίτες.
Ως αξιοπρεπή διαβίωση θα ορίζαμε αυτή που εξασφαλίζει στέγη, τροφή, ενδυμασία, ασφάλεια, παιδεία, ιατρική περίθαλψη και δυνατότητα (ή ελπίδα ή ευκαιρίες) βελτίωσης.
Ως προς αυτήν, τα σοσιαλιστικά καθεστώτα, ακόμη και τα ακραιφνή, έχουν να επιδείξουν καλύτερες επιδόσεις από τα ακραία «νεοφιλελεύθερα» (με τη σύγχρονη εκδοχή του όρου, δηλαδή τύπου Ρήγκαν ή Θάτσερ) οικονομικά συστήματα.
Με βάση τις παραπάνω σκέψεις και διαπιστώσεις συμπεραίνει κανείς ότι, ως προς την έννοια της «προόδου» τα μόνα πολιτικο-οικονομικά συστήματα που «επιβιώνουν» ως δυνάμει «προοδευτικά» είναι η Σοσιαλδημοκρατία και ο Κοινωνικός Φιλελευθερισμός.
Στη Σοσιαλδημοκρατία, έχουμε ευρεία συμμετοχή του κράτους σε οικονομικές πρωτοβουλίες, με παράλληλη ανοχή (ή και ενθάρρυνση) σε ιδιωτικές οικονομικές πρωτοβουλίες με αυστηρό κρατικό έλεγχο και συνήθως βαριά φορολογία. Η κοινωνική μέριμνα για τους ασθενέστερους και η εξασφάλιση του ελάχιστου επιπέδου αξιοπρεπούς διαβίωσης, θεωρείται μείζων προτεραιότης του συστήματος, το οποίο υποτίθεται ότι επιδιώκει τη μεγαλύτερη δυνατή εξίσωση των εισοδημάτων και των απολαυών.
Στην περίπτωση του Κοινωνικού Φιλελευθερισμού, έχουμε την ελάχιστη δυνατή συμμετοχή του κράτους σε οικονομικές πρωτοβουλίες, με τη μέγιστη δυνατή ενθάρρυνση σε ιδιωτικές οικονομικές πρωτοβουλίες, πάντοτε όμως με αυστηρό κρατικό έλεγχο, ως προς την εφαρμογή των νόμων και του θεσμικού πλαισίου, που καθορίζουν τους «κανόνες του παιχνιδιού». Η ιδέα εδώ είναι ότι όσο περισσότερο εφαρμόζονται και τηρούνται οι κανόνες αυτοί, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η απρόσκοπτη συμμετοχή όσο γίνεται περισσοτέρων στις οικονομικές πρωτοβουλίες. Η φορολογία εδώ είναι σαφώς μικρότερη και η εξασφάλιση του ελάχιστου επιπέδου αξιοπρεπούς διαβίωσης θεωρείται επίσης προτεραιότης, αλλά με άλλο κριτήριο: Δεν επιδιώκεται εδώ η εξίσωση, αλλά η παροχή σε όλους ευκαιριών (όσο γίνεται πιο «ίσων») να γίνουν κοινωνικά και οικονομικά δημιουργικοί, αξιοποιώντας τα όποια ταλέντα και τις ικανότητές τους.
Υπενθυμίζω ότι ο Ευρωπαϊκός Κοινωνικός Φιλελευθερισμός, όπως τον εκφράζει κατά τον πλέον έγκυρο τρόπο ο ηγέτης του Guy Verhofstadt είναι η μόνη ευρωπαϊκή δύναμη που έχει τοποθετηθεί με απόλυτη σαφήνεια και πειστικά επιχειρήματα ενάντια «στη λιτότητα και τα εξοντωτικά για τις κοινωνίες προγράμματα». (Όπως επισημαίνει και ο κ. Τσίπρας).
Το ποιο από τα δύο συστήματα είναι τελικά «προοδευτικότερο» εκφεύγει του παρόντος και οπωσδήποτε κρίνεται στην πράξη, λαμβανομένων πάντοτε υπόψιν του επιπέδου κοινωνικής συνείδησης και της ιδιοσυγκρασίας των πολιτών, στις κοινωνίες των οποίων εφαρμόζονται.
Αφού λοιπόν «σκιαγραφήσαμε» την Πρόοδο, ας αναφερθούμε και λίγο στη «Συντήρηση»:
Η συντήρηση λοιπόν δεν είναι κατανάγκην «κακό πράγμα». Αν κάποια κοινωνία, μέσα από διαδικασίες «προόδου» έχει περιέλθει σε ένα ικανοποιητικό επίπεδο, είναι καταρχήν λογικό να θέλει να το «συντηρήσει» και να είναι επιφυλακτική σε περαιτέρω «πρόοδο», που θα έθετε σε κίνδυνο όσα έχει επιτύχει. Η πιο σοβαρή αντίρρηση σε μια τέτοια στάση της κοινωνίας είναι ότι ο κόσμος αλλάζει και «παγκοσμιοποιείται» με ταχείς ρυθμούς με συνεχή προσθήκη νέων δεδομένων και «παραμέτρων», τα οποία απαιτούν αναθεωρήσεις και προσαρμογές. Έτσι λοιπόν η «συντήρηση» καθίσταται μοιραίως «κακή» όταν παρουσιάζει αγκυλώσεις και δυσκαμψία, την ώρα που οι εξελίξεις «τρέχουν». Θεωρητικά μπορεί να καταστεί επικίνδυνη έως καταστρεπτική, δηλαδή να οδηγήσει στο άκρο αντίθετο της «συντήρησης».
Ας επανέλθουμε τελικά στον κ. Τσίπρα, αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτός φαίνεται ότι θεωρούσε «πρόοδο» τις «κοινωνικές κατακτήσεις», που είχαν επιτευχθεί πριν από την κρίση, χωρίς όμως να λαμβάνει υπόψη του ότι αυτές δεν είχαν το ανάλογο οικονομικό υπόστρωμα, δηλαδή την παραγωγή πρωτογενούς πλούτου, αλλά είχαν επέλθει με το συνδυασμό μειωμένης έντασης εργασίας, μικρότερης παραγωγής και κάλυψης της διαφοράς με δανεικά. Εμφανίζεται έτσι ως προοδευτικός, ενώ στην πραγματικότητα είναι περισσότερο συντηρητικός όταν επιδιώκει την επιστροφή σε μια κατάσταση που δεν ήταν ούτε καλή ούτε βιώσιμη.
Αν διαβάσει κανείς όλη την ομιλία του δεν θα βρει κάποια εμπεριστατωμένη κριτική για το τι έφταιξε. Λες και τα δεινά της χώρας μας έχουν έρθει «εξ ουρανού» ή «απ’ έξω», χωρίς να επισημαίνεται η ευθύνη τόσο του δικού μας πολιτικού προσωπικού (στο οποίο μετείχε και ο ίδιος, [2]), όσο και των συνδικάτων (εκεί κι αν μετείχε!). Αν δεν κάνεις όμως κριτική στα λάθη, δεν προκύπτει και κάποια αξιόπιστη πρόταση για αλλαγές, δηλαδή για «πρόοδο».
Το να κάνεις κάποιες προτάσεις (καθόσον πράγματι κάνει [1]) που δεν βασίζονται σε πραγματικά δεδομένα, δηλαδή σε γνωστά και πανθομολογούμενα «κακώς κείμενα», δεν θεωρείται «προοδευτική» στάση, αλλά μάλλον ανευθυνότητα και λαϊκισμός.
Κατά συνέπεια, ο κ. Τσίπρας ΔΕΝ είναι προοδευτικός.
Ούτε όμως σοβαρός συντηρητικός μπορεί να θεωρηθεί, τη στιγμή που επιδιώκει επιστροφή σε κάτι που ΔΕΝ ήταν καλό.
Υ.Γ.1. Στο εύλογο ερώτημα «τι είναι τελικά ο κ. Τσίπρας και το κόμμα του;» η προσωπική μου ευπρέπεια και η σοβαρότητα του φιλοξενούντος ιστοτόπου, δεν μου επιτρέπουν να απαντήσω όπως θα επιθυμούσα. Ας αρκεσθούμε στο «επιπόλαιος λαϊκιστής». Έλα όμως που… είναι πιθανό να μας κυβερνήσει κιόλας!
Υ.Γ.2. «Εν τη ρύμη του λόγου», ξέχασα να απαντήσω (προσωπικά) στο ερώτημα του τίτλου:
Προσωπικά, προτιμώ την πρόοδο.
Και για το λόγο αυτό, ΔΕΝ θα προτιμήσω τον κ. Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ.
Αναφορές:
[1] Η ομιλία του κ. Τσίπρα στη Θεσσαλονίκη
avgi.gr/article/4009465/to-programmatiko-sumbolaio-tou-suriza-i-omilia-tou-alexi-tsipra-sti-deth-video-
[2] Περί των ευθυνών όσων «δεν κυβέρνησαν»
marketnews.gr/article/17472/oi_athwes_peristeres_aristeroi
* Δρ. Διονύσιος Βενιεράτος
Αναπληρωτής Καθηγητής Ιατρικής Πανεπιστημίου Αθηνών και μέλος/υποψήφιος του Κόμματος-Κινήματος Πολιτών δημιουργία, ξανά!